«ολούθε πνέει, σα λίβας, των ανθρώπων
η τόση μοχθηρία και σας μαραίνει»
Κ. Καρυωτάκης
Όταν οι αγαπημένοι σου πονούν τι μένει να κάνεις;
Μπροστά στην απεραντοσύνη της σκέψης των στέκεις άναυδος και σιωπηλός. Ανήμπορος να μαντέψεις τα συναισθήματα που γλιστρούν από τα μάτια τους. Κάπου κάπου όταν σωπαίνει η ακατάπαυστη εξομολόγησή τους, για λίγο μόνο, τότε είναι που περιμένουν κάτι να πεις μα εσύ νιώθεις τη στιγμή αιώνια και το στόμα σου ξερό και άδειο από λέξεις. Εν τέλει κάτι βρίσκεις να ψελλίσεις κοφτά κι αμήχανα μα εκείνοι μοιάζουν ευχαριστημένοι καθώς αρχίζουν ξανά τις εκμυστηρεύσεις.
Κι όταν κάποτε πνιγούν από τους λυγμούς και οι φράσεις διακόπτονται από τα αναφιλητά, τότε μονάχα δε χρειάζεται να πεις κάτι μόνο να προσφέρεις μια βαθιά αγκαλιά (αν βρίσκεστε μακριά ούτε αυτό μπορείς να χαρίσεις και νιώθεις εντελώς αδύναμος).
Και γιατί να τους πεις να σταματήσουν να σκορπούν τις λύπες που βρέχουν το πρόσωπό τους; αυτό που χρειάζεται να ακούσουν είναι πως δεν πειράζει που κλαίνε. Και πράγματι δεν πειράζει! Άλλωστε γιατί να ανακόψεις τη στιγμιαία λύτρωση ψυχής;
Όταν οι αγαπημένοι μου πονούν κάτι μέσα μου θρυμματίζεται...
Ό,τι κι αν θρυμματίζεται μέσα σου, αν είσαι εκεί, μαζί τους, κάνεις το καλύτερο που γίνεται, νομίζω. Οι τρόποι μπορεί να διαφέρουν, να ποικίλλουν. Το σημαντικό είναι η παρουσία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολλά φιλιά.