«Φίλοι
Που φεύγουν
Που χάνονται μια μέρα»
Μ. Αναγνωστάκης
Αυτό υπήρχε ήδη στον τοίχο |
Στο δημοτικό ήμουν ατίθασο παιδάκι. Καμιά φορά περισσότερο αντιδραστική από όσο θα έπρεπε. Η σχέση με τους συμμαθητές ήταν αρκετά καλή αλλά δε με ένοιαζε ιδιαίτερα γιατί είχα εξαιρετική παρέα στη γειτονιά με την οποία τύχαινε να μη πάμε στο ίδιο σχολείο καθώς στην περιοχή υπήρχαν δύο δημοτικά κι σε μένα με τον αδερφό μου έλαχε να πάμε σε διαφορετικό από εκείνο των φίλων μας.
Ωστόσο, η παρέα της τάξης μου ήταν καλή στην πλειοψηφία της όσον αφορούσε τα κορίτσια. Θυμάμαι ακριβώς ποιες συμπαθούσα περισσότερο και ποιες μου φαίνονταν αδιάφορες. Γυρνώντας τη σκέψη μου μέσα στα χρόνια πάντα ένιωθα μια πίκρα που δεν έδωσα μεγαλύτερη προσοχή σε μια φίλη που δε μου χαλούσε χατήρι. Εγώ τότε, πιο αυθόρμητη και δυναμική κι εκείνη πιο μαζεμένη και ήσυχη μού είχε πάντα μια αδυναμία που δεν την έκρυβε. Θυμάμαι τη μαμά να μου λέει πόσο καλό κορίτσι ήταν και να κάνω παρέα μαζί της. Οι συμβουλές της μαμάς, βλέπεις, καθώς έχουν κι ένα άγχος με ποιους θα μπλέξουμε. Κι εγώ την έκανα βεβαίως παρέα μα με θυμάμαι συχνά απότομη μαζί της σχεδόν... αχάριστη θα με χαρακτήριζα. Δεν το έκανα όμως επίτηδες. Είχα και τότε τις τύψεις μου αλλά δεν μπορούσα να ελέγξω τον χαρακτήρα μου.
Στο τέλος του δημοτικού μετακόμισε με αποτέλεσμα να μην είμαστε μαζί στα επόμενα σχολικά χρόνια. Λυπήθηκα. Και τα χρόνια πέρασαν....
Ήρθαν οι σπουδές και μαζί τους οι αναμνήσεις αυτές καθώς με τις νέες σου παρέες συζητούσες για το άγνωστο σε εκείνες παρελθόν σου. Έτσι σκέφτηκα να αναζητήσω εκείνο το ήσυχο κορίτσι που ήθελε πάντα να είναι στην ομάδα μου στην αμπάριζα ή στο βόλευ και που χαιρόταν όταν τύχαινε να καθίσει μαζί μου στο θρανίο ή τις εκδρομές. Τη βρήκα με τη βοήθεια των κοινωνικών δικτύων. Με θυμήθηκε αμέσως ή μάλλον δεν πρέπει να με είχε ξεχάσει ποτέ.
Έπειτα, εκείνη στην πόλη που σπούδαζε κι εγώ στη δική μου δεν έτυχε να συναντηθούμε παρά τα γνωστά «θα βρεθούμε μόλις γυρίσω».
Τις προάλλες περίμενα το τρένο για να επισκεφτώ την κολλητή. Ξαφνικά ακούω το όνομά μου. 11 χρόνια μετά άκουσα εκείνο το κορίτσι να με φωνάζει. Δε μου ήταν δύσκολο να τη γνωρίσω καθώς δεν άλλαξε πολύ. Ο προορισμός μας διαφορετικός. Τα λίγα λεπτά αναμονής τα περάσαμε μαζί μα τι να πρωτοπείς;
Σήμερα περαστική από την πόλη μού είπε να βρεθούμε. Μετρημένο παιδί με τους προβληματισμούς του, μου ανοίχτηκε εύκολα. Μα κι εγώ αν και πιο συγκρατημένος χαρακτήρας ένιωσα οικειότητα. Εξάλλου την ξέρω από... τόσο (κίνηση χεριού).
Μετά τον καφέ περάσαμε από το παλιό μας σχολείο που για καλή μας τύχη ήταν ανοιχτό λόγω κάποιων εξετάσεων που έδιναν εκεί. Περπατήσαμε στην αυλή που φιλοξένησε 6 χρόνια τις φωνές μας, τους τσακωμούς, τις πτώσεις, τα γέλια και τα παιχνίδια μας. Κάποτε φάνταζε μεγαλύτερη. «Σε θυμάμαι να περνάς πάνω από τον τοίχο κάθε φορά που έπεφτε η μπάλα», μου είπε δείχνοντας με το χέρι της. Ακόμη κι ο δρόμος έξω από το σχολείο κάποτε μας έμοιαζε λεωφόρος ολόκληρη καθώς γονείς και δάσκαλοι μας έλεγαν να περνάμε προσεκτικά.
Πιθανότατα θα ξαναβρεθούμε μα ούτε εγώ ούτε κι εκείνη είμαστε εκείνα τα κορίτσια που έτρεχαν στο μεγάλο προαύλιο αλλά τα μοιάζουμε αρκετά. Εκείνη τώρα πια, πιο σίγουρη για τις απόψεις της κι εγώ πιο πειθαρχημένη. Απλώς είναι συγκινητικό να ανακαλύπτεις πως κάποιοι που γνώριζες παλιά έχουν εξελιχθεί και προοδεύσει χωρίς να χάνουν τον καλό τους εαυτό. Σίγουρα, δεν την ονομάζω πια (ή ακόμη) φίλη κι ούτε μπορώ να μιλάω με σιγουριά καθώς σε μια στιγμή δεν κρίνεις τη διαμόρφωση που προκαλούν τα χρόνια στον χαρακτήρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλείται να σχολιάζετε με ευγένεια, παρρησία και ελληνικούς χαρακτήρες :) Ευχαριστώ!